ονοματολογια
Η επιστημονική ονομασία του είδους Parus major, είναι λατινική και πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Λινναίο, τo 1758. Η ελληνική λαϊκή του ονομασία παραπέμπει στη μαύρη περιοχή του κεφαλιού και του στήθους του πτηνού, όπως και η επίσης συνηθισμένη ονομασία «παπαδίτσα»
μορφολογια
Η επιστημονική ονομασία του είδους Parus major, είναι λατινική και πρωτοχρησιμοποιήθηκε από τον Λινναίο, τo 1758. Η ελληνική λαϊκή του ονομασία παραπέμπει στη μαύρη περιοχή του κεφαλιού και του στήθους του πτηνού, όπως και η επίσης συνηθισμένη ονομασία «παπαδίτσα»

μορφολογια
Τα ευρωπαϊκά υποείδη του καλόγερου, γενικότερα, διακρίνονται από το στέμμα (κορυφή του κεφαλιού), λαιμό, λάρυγγα και τράχηλο, όλα μαύρου χρώματος με κάποια μπλε απόχρωση και, τα πολύ έκδηλα λευκά μάγουλα και ωτικά καλυπτήρια πτερά. Το βασικό του χαρακτηριστικό είναι το στήθος, με φωτεινό κίτρινο-λεμονί χρώμα και, η πλατιά μαύρη λωρίδα (bib) που το διατρέχει και φθάνει μέχρι κάτω στην κοιλιά. Η λωρίδα αυτή είναι πολύ πλατύτερη στην κορυφή της και λεπταίνει σταδιακά όσο κατεβαίνει. Στην περιοχή του τραχήλου υπάρχει ένα αχνό λευκόχρωμο σημείο που σταδιακά γίνεται λευκοκίτρινο. Το υπόλοιπο του αυχένα και η πλάτη είναι πράσινα με ελαιοπράσινη απόχρωση. Τα καλυπτήρια των πτερύγων είναι επίσης πράσινα, αλλά το κύριο μέρος τους είναι μπλε-γκρι με μία χαρακτηριστική λευκή ταινία (wing bar). Η ουρά είναι μπλε-γκρι με λευκές άκρες.

Το ράμφος είναι αρκετά ισχυρό και έχει σκούρο γκρίζο χρώμα με πιο ανοικτόχρωμο άκρο. Η ίριδα μπορεί να είναι από καφεκόκκινη έως μαυροκαστανή. Οι ταρσοί και τα πόδια είναι γκριζομπλέ έως γκρίζα στο χρώμα του σχιστόλιθου (slate grey).
Το πτέρωμα του θηλυκού είναι παρόμοιο με εκείνο του αρσενικού, εκτός από το ότι τα χρώματα είναι συνολικά πιό αχνά και, κυρίως, η λωρίδα στο στήθος είναι λιγότερο έντονα μαύρη και, μερικές φορές, στενότερη και διακεκομμένη.[22][25] Τα νεαρά πτηνά είναι σαν τα θηλυκά, εκτός από το ότι έχουν θαμπό ελαιοκαφετί λαιμό και τράχηλο, γκρίζο ουροπύγιο και ουρά, με λιγότερο έντονες άσπρες άκρες.[
παπαδιτσα paridae
γαλαζοπαπαδιτσα- Τα ελληνικά υποείδη, διαφέρουν από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά στις εξής λεπτομέρειες: το Parus major aphrodite έχει πιο σκούρα, σχεδόν ελαιοκαφετί άνω επιφάνεια, ενώ το κάτω μέρος είναι περισσότερο κίτρινο προς ωχρό κρεμ. Το κρητικό υποείδος Parus major niethammeri είναι παρόμοιο με το προηγούμενο αλλά η άνω επιφάνεια είναι πιο αχνή με λιγότερο πράσινο, ενώ η κάτω επιφάνεια έχει απαλό κίτρινο χρώμα.[26]
- Το χρώμα του στήθους στα αρσενικά άτομα έχει αποδειχθεί ότι συσχετίζεται με ισχυρότερη ικανότητα παραγωγής σπέρματος και, είναι ένα χαρακτηριστικό επίδειξης ανωτερότητας κατά το φλερτάρισμα με τα θηλυκά. Τα υψηλότερα επίπεδα καροτενοειδών δίνουν μεγαλύτερη ένταση στο κίτρινο χρώμα του στήθους, και αντοχή του σπέρματος στην οξειδωτική επίδραση των ελεύθερων ριζών.[27]Ωστόσο, καροτενοειδή δεν μπορούν να συντεθούν από το πουλί και πρέπει να ληφθούν από την τροφή του, έτσι, το φωτεινό χρώμα σε ένα αρσενικό αποδεικνύει την ικανότητά του να εξασφαλίζει καλή διατροφή.[28] Μάλιστα, το πλάτος της κοιλιακής λωρίδας του αρσενικού, το οποίο ποικίλλει ανάλογα με το άτομο, φαίνεται να «τραβάει» την προσοχή των θηλυκών, με το μεγαλύτερο ποσοστό τους να επιλέγουν αρσενικά με ευρύτερες ρίγες.[25]
- Μήκος σώματος: (12,5-)13 έως 14(-15)εκατοστά
- Άνοιγμα πτερύγων: 23-24 εκατοστά
- Μήκος ράμφους: 11,5-13,5 χιλιοστά
- Βάρος: 13,2-26,8 γραμμάρια[24]
- τρωφη
- Οι καλόγεροι είναι εντομοφάγα πτηνά, κυρίως το καλοκαίρι και συλλαμβάνουν τη λεία τους με σταχυολόγηση των φυλλωμάτων (gleaning).[29] Μάλιστα, κινούνται περισσότερο στα χαμηλά φυλλώματα και βλαστούς, παρά στα υψηλότερα προς το θόλο (canopy). Αναζητούν την τροφή τους και στο έδαφος, περισσότερο απ’ ότι οι άλλες παπαδίτσες.[30] Στα θηράματα συμπεριλαμβάνονται Υμενόπτερα, Δίπτερα, Ημίπτερα αλλά και κατσαρίδες, ακρίδες, γρύλοι, σκαθάρια, αράχνες, φαλάγγια, σαλιγκάρια και νυχτοπεταλούδες (Noctuidae, Geometridae). Κατά τη διάρκεια της περιόδου αναπαραγωγής, προτιμούν να τρέφουν με πλούσιες σε πρωτεΐνες κάμπιες τα μικρά τους. Μια μελέτη που δημοσιεύθηκε το 2007,Τα μεγάλα σε μέγεθος τρόφιμα, όπως είναι οι μεγάλοι σπόροι ή θηράματα με σκληρό περίβλημα, αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη τεχνική, κατά την οποία η λεία συγκρατείται με το ένα ή τα δύο πόδια και στη συνέχεια ραμφίζεται (hammerhold) μέχρι να είναι έτοιμο για κατανάλωση. Χρησιμοποιώντας αυτή τη μέθοδο, ένας μεγάλος καλόγερος μπορεί να καταναλώσει ένα φουντούκι σε περίπου είκοσι λεπτά. Κατά τη σίτιση των νεοσσών, οι ενήλικες συνηθίζουν να αποκόπτουν τα κεφάλια από τα μεγάλα έντομα ώστε να είναι πιο εύκολο να καταναλωθούν, ή αφαιρούν το έντερο από κάμπιες, έτσι ώστε οι τανίνες στο έντερο δεν θα επιβραδύνουν την ανάπτυξη των μικρών.[22] Επίσης, μπορεί να καταναλώνουν τα σαλιγκάρια μαζί με το κέλυφος, ή το τσόφλι από αυγά για να ικανοποιούν τις ανάγκες τους σεασβέστιο.[34]ΚΑΙ ΓΙΑ ΑΥΤΟ ΑΝ ΤΗΣ ΕΧΟΥΜΕ ΣΕ ΚΛΟΥΒΙ ΤΗΣ ΔΗΝΟΥΜΕ ΤΡΩΦΗ ΜΑΙΝΑΣ....
- διαπίστωσε ότι οι καλόγεροι συνέβαλαν στη μείωση των ζημιών από τις κάμπιες σε καλλιέργειες μήλων, μέχρι και 50%.[31] Οι νεοσσοί «υποβάλλονται» επίσης σε μια ειδική δίαιτα στις αρχές της ανάπτυξής τους, όπου τρέφονται με αράχνες, ενδεχομένως για διατροφικούς λόγους.[32] Το φθινόπωρο και χειμώνα, όταν τα έντομα γίνεται σπανιότερα, προσθέτουν σωροκάρπια (berries) και σπόρους στη διατροφή τους, που προέρχονται από φυλλοβόλα δέντρα και θάμνους κυρίως της οξιάς και της φουντουκιάς. Όταν είναι διαθέσιμα, θα πάρουν εύκολα αποφάγια, φιστίκια και σπόρους ηλίανθου από ταϊστρες πτηνών. Μάλιστα, σε ιδιαίτερα δριμείς χειμώνες μπορούν να καταναλώνουν το 44% του σωματικού τους βάρους σε σπόρους ηλίανθου.[22] Συχνά αναζητούν την τροφή τους στο έδαφος, ιδιαίτερα στα έτη με υψηλή παραγωγή καρπών οξιάς.[29] Σε σπάνιες περιπτώσεις τρώνε αποφάγια από ανθρώπινες δραστηριότητες και, -εξαιρετικά σπάνια- θνησιμαία.[33] Οι καλόγεροι αναμιγνύονται μαζί με άλλες παπαδίτσες, το χειμώνα κατά την αναζήτηση τροφής.[17]
- ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ
- Οι καλόγεροι αποκτούν σεξουαλική ωριμότητα από τον πρώτο χρόνο της ηλικίας τους, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι αναπαράγονται αμέσως. Ένας επί πλέον λόγος είναι ότι, σε μία ομάδα ατόμων υπάρχουν περισσότερα αρσενικά από θηλυκά που δεν βρίσκουν εύκολα ταίρι.[38] Πραγματοποιείται μία (1) ωοτοκία σε κάθε αναπαραγωγική περίοδο για τους δυτικούς και νότιους πληθυσμούς και, 2 ωοτοκίες για τους βόρειους και ανατολικούς πληθυσμούς.[39]Οι καλόγεροι είναι κυρίως μονογαμικά πτηνά και, κατοχυρώνουν τις περιοχές αναπαραγωγής τους[40] ήδη από τα τέλη Ιανουαρίου, ενώ η υπεράσπισή τους ξεκινάει στα τέλη του χειμώνα ή νωρίς την άνοιξη.[22] Μάλιστα, οι γονείς επιστρέφουν στα ίδια εδάφη κάθε χρόνο, ακόμη και αν ο ένας από τους δύο χαθεί, εφόσον η προηγούμενη γέννα στέφθηκε με επιτυχία. Όμως, τα θηλυκά είναι πιθανόν να διεκδικήσουν νέες περιοχές, εάν η φωλιά τους λεηλατηθεί από εισβολείς. Εάν το ζευγάρι χωρίσει για κάποιο λόγο, τότε τα μέλη κατευθύνονται σε διαφορετικές τοποθεσίες, με τα θηλυκά να ταξιδεύουν μακρύτερα από τα αρσενικά.[41] Παρά το γεγονός ότι οι καλόγεροι είναι κατά βάση μονογαμικοί, επιπλέον ζευγαρώματα είναι συχνά. Μια μελέτη στη Γερμανία, διαπίστωσε ότι το 40% των φωλιών περιέχουν κάποιους απογόνους, των οποίων ο πατέρας δεν είναι το αρσενικό αναπαραγωγής και, ότι το 8,5% του συνόλου των νεοσσών είχαν «υιοθετηθεί» από αυτόν (cuckoldry).
- ΑΥΓΑ
- Τα αυγά έχουν διαστάσεις 18Χ14 χιλιοστά και μέσο βάρος 1,7 γραμμάρια (εκ των οποίων το 6% είναι κέλυφος).[24] Το θηλυκό αναλαμβάνει όλα τα καθήκοντα επώασης, ενώ το αρσενικό αναλαμβάνει την τροφοδοσία της. Η φωλιά επιτηρείται στενά και, σε κάθε ενόχληση, οι γονείς αντιδρούν με ανοιγμένα τα φτερά και την ουρά και, χαρακτηριστικό συριγμό, συμπεριφορά που παρατηρείται σε πολλές παπαδίτσες. Η διάρκεια της επώασης, η οποία συγχρονίζεται με τη μέγιστη διαθεσιμότητα θηραμάτων, μπορεί να ποικίλλει εάν τυχόν οι περιβαλλοντικές συνθήκες αλλάξουν μετά από την εναπόθεση του πρώτου αυγού. Έτσι, μπορεί να καθυστερήσει η έναρξή της, είτε να εναποτεθούν περισσότερα αυγά, είτε ακόμη και να διακοπεί.[48] Πάντως, σε κάθε περίπτωση αρχίζει μετά την εναπόθεση του τελευταίου αυγού και η διάρκειά της είναι 13-14 ημέρες ( με απώτατα όρια 10-22 ημέρες).
- ΕΚΚΟΛΑΨΗ
- Η εκκόλαψη των αυγών πραγματοποιείται ανά 1-5 ημέρες. Οι νεοσσοί, όπως συμβαίνει με όλες τις παπαδίτσες, γεννιούνται τυφλοί και είναι φωλεόφιλοι. Ανοίγουν τα μάτια τους στις 8-9 ημέρες[49] και, μόλις τα φτερά αρχίζουν να εκπτύσσονται, φαίνεται ότι ήδη είναι χρωματισμένα με καροτενοειδή παρόμοια με τους γονείς τους (στα περισσότερα είδη είναι θαμπού χρώματος για να αποφευχθεί η θήρευση), πράγμα ασυνήθιστο για φωλεόφιλα πτηνά. Ο αυχένας τους είναι ήδη κίτρινος και προσελκύει την προσοχή των γονέων από την υπεριώδηανακλαστικότητά του. Αυτό μπορεί να συμβαίνει, είτε για να γίνονται οι νεοσσοί πιο εύκολα αντιληπτοί σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού, είτε να είναι ένα σημάδι φυσικής κατάστασης για να κερδίσει την προσοχή των γονέων.Οι νεοσσοί σιτίζονται και από τους δύο γονείς, κυρίως όμως από το θηλυκό, λαμβάνοντας συνήθως 6-7 γραμμάρια τροφής την ημέρα.[22] Επίσης, και οι δύο γονείς συμμετέχουν εξίσου στην ενίσχυση και τον καθαρισμό της φωλιάς.[51] Οι νεοσσοί παραμένουν στη φωλιά για 16-22 ημέρες (17-20 ημέρες στην κεντρική Ευρώπη) και ανεξαρτητοποιούνται 8 περίπου ημέρες μετά την απόκτηση του πρώτου κανονικού πτερώματος. Η σίτισή τους μπορεί να συνεχιστεί έως και για 25 ημέρες μετά, σε νεοσσούς της πρώτης γενιάς, αλλά για διάστημα 50 ημερών για εκείνους της δεύτερης.[22]Φαίνεται ότι οι νεοσσοί από δεύτερο γόνο, έχουν πιο αδύναμο ανοσοποιητικό σύστημα και ασθενέστερη σωματική κατάσταση από αυτούς του πρώτου και, ως εκ τούτου, έχουν χαμηλότερο προσδόκιμο ποσοστό επιβίωσης.
- ΤΕΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου